αντεισαγωγη

αντεισαγωγη
    ἀντεισαγωγή
    ἀντεισᾰγωγή
    ἥ рит. антисагога, противоположение, противопоставление

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "αντεισαγωγη" в других словарях:

  • ἀντεισαγωγῇ — ἀντεισαγωγή compensatory antithesis fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντεισαγωγή — compensatory antithesis fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αντεισαγωγή — η (AM ἀντεισαγωγή) νεοελλ. η εισαγωγή προϊόντος σε αντικατάσταση άλλου το οποίο έχει εξαχθεί αρχ. μσν. η αντικατάσταση (συνήθως η τοποθέτηση ενός όρου στη θέση άλλου όρου ή φράσης) αρχ. (Ρητορ.) σχήμα κατά το οποίο σ’ ένα γενικό ισχυρισμό… …   Dictionary of Greek

  • ἀντεισαγωγῆς — ἀντεισαγωγή compensatory antithesis fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντεισαγωγήν — ἀντεισαγωγή compensatory antithesis fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντεισαγωγάς — ἀντεισαγωγά̱ς , ἀντεισαγωγή compensatory antithesis fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»